Print

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Φραγκούλης Π. Κυλαδίτης: Η καθαριότητα των δημόσιων χώρων δεν είναι μόνο υπόθεση των δημοτών

Στις 7 Ιανουαρίου η Δημοτική Αρχή Χίου ψήφισε την αύξηση των ανταποδοτικών τελών σε όλο το νησί, χωρίς αναστολές απέναντι σε μια κοινωνία μαραμένη και εξουθενωμένη από τους φόρους, την εργατική εκμετάλλευση, την ανεργία. Για να το κάνουμε ακόμα πιο απλό, ανταποδοτικά τέλη πληρώνει ο δημότης για τις υπηρεσίες που του προσφέρει η Δημοτική Αρχή όσον αφορά την καθαριότητα και το δημοτικό φωτισμό.
     Έκτοτε, χύθηκε πολύ μελάνι σχετικά με τα  ποσοστά αύξησης, το χρόνο εφαρμογής της και τις οικτρές οικονομικές συνθήκες υπό τις οποίες τα λαϊκά στρώματα ήταν υποχρεωμένα να υποστούν άλλο ένα ξεζούμισμα. Λαϊκά στρώματα δεν είναι πλέον ένα μικρό ποσοστό συνδημοτών, αλλά η μεγάλη πλειοψηφία, άσχετα αν ο καθένας μας τη φτώχεια του την κλείνει στο σπίτι του και τη διαχειρίζεται ή την υφίσταται όπως μόνο εκείνος γνωρίζει.
      Ακόμα ηχεί στ’ αυτιά όσων παρακολούθησαν εκείνη τη συνεδρίαση, η αρνητική απάντηση της Δημοτικής Αρχής στην ερώτηση που τέθηκε από δεκάδες  παρευρισκόμενους αν θα βελτιώνονταν οι παρεχόμενες υπηρεσίες καθαριότητας. Γνωρίζουμε λοιπόν εξ αρχής ότι αυτή η παράλογη αύξηση όχι μόνο δε θα έπιανε τόπο, αλλά  θα ήταν και άδικη μια και θα  πληρωνόταν χωρίς ανταπόδοση.
      Λίγες βδομάδες μόνο από τότε οι παράπλευρες απώλειες της έλλειψης  καθαριότητας στους δημόσιους χώρους φάνηκε στον «καθρέφτη» του νησιού μας, στο εμπορικό κέντρο και πεζόδρομο της Απλωταριάς, ο  οποίος  κατάντησε απόπατος ζώων. Ένα θέαμα εξοργιστικό που εξαφανίζεται μόνο με τη βοήθεια των βροχών, παρασύροντας εν μέρει τις βρομιές και καθαρίζοντας το χώρο. Μια  κατάσταση ανεπίτρεπτη για εμπορικό κέντρο είτε αυτό εξυπηρετεί ντόπιους είτε τουρίστες. Και μακάρι να ήταν μόνο η Απλωταριά και οι πάροδοί της. Και τα πεζοδρόμια της Λιβανού, της Κουντουριώτου, της Ροδοκανάκη, της Μουσείου, της Καλαμπόκα, της Τσουρή, της Δημοκρατίας και πολλών άλλων οδών βρίσκονται στο ίδιο αίσχος. Αλλά και οι δρόμοι και τα πεζοδρόμια των τοπικών κοινοτήτων, όπως  ο Βροντάδος, δεν παρουσιάζουν καλύτερη εικόνα.  Η κατάσταση για τους  πεζούς χειροτερεύει κατά τις νυχτερινές ώρες και όταν βρέχει όπου ο πενιχρός ή ανύπαρκτος φωτισμός εμποδίζει την ορατότητα και διασπά την προσοχή των πεζών.
      Είναι λογικό ότι δεν μπορούμε  να αποδώσουμε ευθύνες στα ζώα, αλλά στους ιδιοκτήτες τους που τα εγκαταλείπουν στη μοίρα τους και τα μετατρέπουν σε αδέσποτα όταν τα βαρεθούν ή τα  θεωρήσουν ενοχλητικά. Ευθύνη όμως έχει και η Δημοτική Αρχή, η οποία αφενός μεν δεν εφαρμόζει ή αδυνατεί να εφαρμόσει τους υπάρχοντες κανόνες για τα αδέσποτα ή την πλημμελή φροντίδα από τους ιδιοκτήτες τους, αφετέρου έχει σηκώσει ψηλά τα χέρια όσον αφορά την καθαριότητα των κοινόχρηστων χώρων ή τη συχνότητα αυτής, εφόσον γίνεται.
      Φαίνεται ότι αυτοί οι άνθρωποι έπαψαν να βαδίζουν ή δε βλέπουν κάτω ή κοιτούν μόνο τα πεζοδρόμια που βρίσκονται μπροστά από το δημοτικό κατάστημα, το οποίο, εκ των πραγμάτων, διατηρείται καθαρό. Η Δημοτική Αρχή οφείλει να καταλάβει ότι πρέπει, πρώτα απ’ όλα να σέβεται το δημότη και ένα μεγάλο κομμάτι του σεβασμού της να αποδεικνύεται από την καθαριότητα και το φωτισμό των δημόσιων χώρων, για τους οποίους πληρώνει αδρά φόρους, χωρίς όμως να έχει το δικαίωμα να απολαμβάνει.
      Η πολυδιαφημισμένη και χιλιοχρησιμοποιημένη ανάπτυξη στον τουρισμό ή σε οποιοδήποτε άλλο τομέα καταντά κενός λόγος, αν δε βελτιώσει πρώτα απ’ όλα την ποιότητα ζωής του δημότη και με προτεραιότητα στην καθαριότητα. Μια παροχή που δεν είναι απαραίτητο να ακριβοπληρώνεται και μάλιστα χωρίς αντίκρισμα.
      Πριν λοιπόν αρχίσει η Δημοτική Αρχή το «φταίω», «φταις», «φταίει», πριν βιαστεί να μηδενίσει τις απόψεις ενός συνδημότη που νοιάζεται όχι μόνο για τη δική του καθημερινότητα, αλλά όλων όσων ζουν σ’ αυτόν τον τόπο, ας αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν. Ας απαιτήσει συλλογικά από το κράτος να επιστρέψει το χρήμα που πήρε από την Τοπική Διοίκηση και δεν επέστρεψε ποτέ. Ας διεκδικήσει νέους  απαραίτητους πόρους. Ας αφουγκραστεί τα «πρέπει» και τα «θέλω» του δημότη και όχι να διαχειρίζεται τη φτώχεια και την κατάντια του με τη δικαιολογία του «μη χείρον, βέλτιστον» ή του «κάνουμε ό,τι μπορούμε».
Χίος, 2-2-2015
Φραγκούλης Π. Κυλαδίτης
Μέλος της Συντονιστικής  Ομάδας και του Γραφείου Τύπου
της  Λαϊκής Συσπείρωσης Δήμου Χίου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου